Άλμα άνω του 5% στα καύσιμα και φόβοι ελλείψεων
Η έναρξη στρατιωτικών επιχειρήσεων της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας προκάλεσε σοκ στις χρηματιστηριακές αγορές διεθνώς. Στην Ιαπωνία ο Νίκκει έχασε 2% και η Σιγκαπούρη είδε τις απώλειές της να αγγίζουν το 3% με την χειρότερη πτώση από τον περασμένο Μάιο. Στη Νότια Κορέα το χρηματιστήριο έχασε 2,8% ενώ στις Φιλιππίνες 2,2%. Στην Κίνα η εικόνα ήταν διαφορετική στη Σανγκάη με τις απώλειες να είναι σχετικά ήπιες, λίγο άνω του 1,5%, ενώ στο Χονγκ Κονγκ την ίδια ώρα ξεπέρασαν το 3%. Σχεδόν 3% υποχώρησε και το χρηματιστήριο στην Αυστραλία, ενώ μεγάλες πιέσεις δέχθηκε και το ινδικό χρηματιστήριο του Μουμπάι με -2,7%, στην έβδομη κατά σειρά πτωτική συνεδρίαση που επιδεινώνει το ναδίρ διμήνου.
Τα παραπάνω προμηνύουν μία ημέρα πολύ δύσκολων συνεδριάσεων στα χρηματιστήρια της Ευρώπης, όπου οι οικονομίες και ειδικά η ενέργεια και η βιομηχανία εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις τιμές του φυσικού αερίου αλλά και την ίδια τη ροή του από την Ρωσία προς τη Γηραιά Ήπειρο. Στη Μόσχα ανεστάλη η συνεδρίαση σε όλες τις αγορές του ρωσικού χρηματιστηρίου, προκειμένου να αποφευχθούν πολύ μεγάλες αναταραχές λόγω των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Οι επενδυτές επιστρέφουν σε ασφαλείς τοποθετήσεις, όπως είναι τα πολύτιμα μέταλλα, κάτι που καταγράφηκε στην άνοδο των τιμών του χρυσού κατά πάνω από 2%.
Η αγορά ενέργειας είναι αυτή που έχει υποστεί το μεγαλύτερο σοκ, κάτι που φαίνεται από την επιστροφή του πετρελαίου σε τιμές άνω των 100 δολαρίων, για πρώτη φορά μετά το 2014. Οι επενδυτές προβλέπουν σοβαρές επιπτώσεις στην ομαλή ροή προϊόντων ενέργειας στην διεθνή οικονομία, μετά την έναρξη στρατιωτικών επιχειρήσεων της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, καθώς αναμένονται ισχυρές κυρώσεις από τη Δύση για τις ρωσικές εξαγωγές. Η Ρωσία είναι ο δεύτερος παγκοσμίως παραγωγός πετρελαίου.
Το brent έφτασε ως τα 102,48 δολάρια ανά βαρέλι και στη συνέχεια «διόρθωσε» οριακά χαμηλότερα, με άνοδο άνω του 5%. Το WTI με αντίστοιχη άνοδο άγγιξε τα 97 δολάρια ανά βαρέλι. Η άνοδος των τιμών στο πετρέλαιο ξεπερνά το 25% από τις αρχές του 2022.
Τα παραπάνω αναμένεται σταδιακά να επηρεάσουν τα αποθεματικά των διυλιστηρίων και τους διαθέσιμους όγκους βενζίνης και άλλων προϊόντων που μπορούν να διαθέτουν στις εγχώριες αγορές.